κοτσιλίζω

κοτσιλίζω
κοτσιλίζω και κουτσουλίζω και κοτσιλάω κοτσίλισα και κουτσούλισα, κοτσιλίστηκα και κουτσουλίστηκα, κοτσιλισμένος και κουτσουλισμένος, λέγεται για τις κότες και τα πουλιά και σημαίνει αποπατώ, βγάζω κοτσιλιά: Κοτσίλισε την ταράτσα η κότα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κοτσιλίζω — βλ. κουτσουλίζω …   Dictionary of Greek

  • κουτσουλίζω — βλ. κοτσιλίζω …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”